Η Βαμβακού βρίσκεται στη δυτική πλευρά του Πάρνωνα, έχει υψόμετρο 903 μέτρων και ανήκει στη Δημοτική Ενότητα Οινούντα του Δήμου Σπάρτης. Κτίστηκε περίπου το 15ο αιώνα. Το όνομα του χωριού Βαμβακού (Pampakon) μοιάζει να προέρχεται από την μεσαιωνική ελληνική λέξη για το βαμβάκι (βάμβαξ), κάτι που επιβεβαίωσε και ο ιστορικός Σαράντος Καργάκος σε ομιλία του, στις 3 Αυγούστου 2013, στην πλατεία του χωριού.
Κατά την περίοδο της ακμής, στη Βαμβακού καταγράφονταν 200 οικογένειες, ενώ γνωστό ήταν το χωριό για τις πολυμελείς φαμίλιες του. Οι Βαμβακίτες, βάσει και των στοιχείων για το μέσο όρο ζωής τους, ήταν άνθρωποι που ζούσαν πολλά χρόνια. Δεν λείπουν τα παραδείγματα ανθρώπων που ξεπέρασαν τα 100 έτη.
Ως προς την οικονομική δραστηριότητα, τα ιστορικά δεδομένα και οι παραδόσεις αποκαλύπτουν την προτίμησή τους προς τη Γεωργία – κυρίως πρόκειται για ενασχόληση με τις καρυδιές, τις καστανιές, την πατάτα, τις κερασιές, τις αχλαδιές & τα κηπευτικά – καθώς και την Κτηνοτροφία, με τις μαρτυρίες να αναφέρουν ότι στο χωριό υπήρξε εποχή, κατά την οποία έβοσκαν 30.000 αιγοπρόβατα. Φυσικά, ουδείς μπορεί να παραβλέψει την παραγωγή του περίφημου κρασιού που έφερε την ονομασία Οινουντιάδης Οίνος. Παράλληλα, η Βαμβακού εξελίχθηκε σε εργαστηριοχώρι, όπου ελάμβαναν χώρα πολυάριθμες οικονομικές δραστηριότητες με κεντρικό άξονα το βαμβάκι, το οποίο ήρθε από την Ανατολή. Τέλος, οι Βαμβακίτες ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με την Ιατρική και την Παιδαγωγική με εξαιρετική επιτυχία.
Οι Αγώνες και οι θυσίες των Βαμβακιτών κατεγράφησαν πριν, αλλά και μετά το 1821. Τεράστια είναι η δράση τους στους Βαλκανικούς πολέμους και τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο. Στο ηρώον του χωριού αναγράφονται 22 νεκροί, ενώ 2 ήταν οι αδικοχαμένοι στον πόλεμο του ’40. Πιο σκληρός ήταν ο απολογισμός, στη διάρκεια της κατοχής και του εμφυλίου.
Το κεφάλαιο μετανάστευση είναι από αυτά που περιέχουν μεγάλο πόνο και θλίψη για όσους τη βίωσαν. Το μεγαλύτερο κύμα φυγής εντοπίζεται στα τέλη του 19ου αιώνα, με δημοφιλείς προορισμούς την Αμερική, τη Νότια Αφρική, την Αυστραλία, την Αίγυπτο, αλλά και τη Ρωσία (χαρακτηριστικό είναι το προσωνύμιο Ρώσοι που αποδόθηκε σε αρκετούς Βαμβακίτες). Χαρακτηριστική τοποθεσία, αφιερωμένη στον ξεριζωμό που παρατηρήθηκε εκείνα τα χρόνια, είναι ο Σταθμός Συγκινήσεως, στην είσοδο του χωριού, από όπου πλήθος Βαμβακιτών αποχωρούσε για τα ξένα, αποχαιρετώντας συγγενικά και φιλικά πρόσωπα.
Όταν η Πελοπόννησος κατελήφθη από τους Τούρκους χωρίστηκε σε 24 επαρχίες, τις καζάδες. Η Βαμβακού ανήκε στην Καζάδα του Μυστρά. Εξ ου και η βυζαντινή διασύνδεση μεταξύ των δύο περιοχών.
Άξια αναφοράς είναι η πυρπόληση του ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου από τον Ιμπραήμ στις 12 Μαϊου 1826. Η Εκκλησία κατεδαφίστηκε λόγω της αστάθειας του εδάφους και κατασκευάστηκε εκ νέου, με τις εργασίες να ξεκινούν το 1900 και να ολοκληρώνονται το 1913.
Από τις αρχές του 1800 έως το 1833, η Βαμβακού ήταν έδρα της Επισκοπής Βρεσθένης. Ο Επίσκοπος, Θεοδώρητος ο Β’, με ορμητήριο το χωριό του Πάρνωνα, λαμβάνει μέρος ως επικεφαλής των Βαμβακιτών, σε μάχες κατά τον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα, με κορυφαία αυτή στην Τριπολιτσιά.